Περιγραφή
Στη σημερινή εποχή τo ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και της επιστημονικής κοινότητας μετατοπίζεται
ολοένα και περισσότερο σε θέματα αξιολόγησης και προπονησιμότητας παραμέτρων της φυσικής κατά-
στασης στην παιδική κι εφηβική ηλικία, καθ΄ ότι αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των ατόμων που αθλούνται
συστηματικά κι επιτυγχάνουν υψηλές επιδόσεις σε πολύ νεαρή ηλικία. Ως συνέπεια αυτών σημειώθηκε
ραγδαία ανάπτυξη, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, σε όλους τους επιστημονικούς κλάδους / ειδικότητες της
Επιστήμης της Φυσικής Αγωγής / Αθλητισμού και αναδείχθηκε ο κρίσιμος ρόλος και η πολυδιάστατη αλλη-
λεπίδραση μεταξύ της εφαρμοσμένης αθλητιατρικής και της ειδικής προπονησιολογίας στις ευαίσθητες
αναπτυξιακές ηλικίες.
Η συνεχής εξέλιξη αυτής της γνώσης και η ανάγκη μετουσίωσης – τεκμηρίωσης των επιστημονικών δεδο-
μένων (evidence – based practice), ως ολιστική προσέγγιση στο σύγχρονο προπονητή αναπτυξιακών
ηλικιών, παρουσιάζονται στο εγχειρίδιο αυτό, ενσωματώνοντας βιωματικές προσωπικές εμπειρίες και
συγκεκριμένα βήματα υλοποίησης πρακτικής εφαρμογής. Βασική μας επιδίωξη αποτέλεσε η ενσωμάτωση
της επιστημονικά τεκμηριωμένης σύγχρονης πληροφόρησης, η οποία είναι διεθνώς αποδεκτή και εντός
των καθορισμένων αθλητιατρικών προτύπων κατά τη διάρκεια της παρούσας δημοσίευσης. Καταβλήθηκε
προσπάθεια η διασκορπισμένη γνώση στη διεθνή βιβλιογραφία να συστηματοποιηθεί με σαφήνεια, απλό-
τητα και ταξινόμηση ειδικών προπονητικών στόχων, προκειμένου να γίνει προσιτή στον κάθε Έλληνα
συνάδελφο με πρακτικές εφαρμογές και συγκεκριμένα κριτήρια αθλητικής απόδοσης που προτείνονται
για κάθε ηλικία. Παράλληλα, διασφαλίστηκε η αναπτυξιακή και η μαθησιακή συνέχεια από βαθμίδα σε
βαθμίδα, με σεβασμό στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες των παιδιών κάθε ηλικίας. Αυτός ήταν
και ο βασικός οδηγός μας στη μεθοδολογία παρουσίασης του θεματικού υλικού αυτής της μονογραφίας.
Η εφηβική περίοδος εμφανίζει πρωτόγνωρες διαφοροποιήσεις και ιδιαιτερότητες στη φυσιολογία της
σωματοψυχικής εξέλιξης. Η διαδικασία της ανάπτυξης δεν πρέπει να εκτιμάται μόνο από τη χρονολογική
ηλικία, αλλά από το βαθμό ωρίμανσης των δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου (στάδια Tanner,
γεννητικά όργανα, ηβική τριχοφυΐα, στήθος). Kατά την περίοδο της προ-εφηβείας κάθε παιδί αναπτύσσεται
με διαφορετικό ρυθμό. Η βιολογική ηλικία των παιδιών αυτών, κατά την οποία ολοκληρώνεται η βιολογική
διαδικασία της ανάπτυξης, διαφέρει από τη χρονολογική τους ηλικία κατά ± 2–3 χρόνια. Δηλαδή, ένα παιδί
με χρονολογική ηλικία 13 ετών μπορεί να έχει βιολογική ηλικία από 10 έως 16 !!
Η αθλητική εξέλιξη και η κατανομή του περιεχομένου της προπόνησης θα πρέπει να συμβαδίζει με το ρυθμό
και τη δομή της φυσικής βιολογικής ανάπτυξης. Το προπονητικό πρόγραμμα πάντοτε πρέπει να προσαρ-
μόζεται στην εξελισσόμενη φύση του παιδιού και υπόκειται στους κανόνες της βιολογικής ανάπτυξης και
ωρίμανσης. H σωματοδομή και τα σωματομετρικά κριτήρια δεν αποτελούν εγγύηση για υψηλές επιδόσεις
εάν δεν συνοδεύονται και από άλλους ευνοϊκούς παράγοντες που συμβάλλουν στο τελικό αποτέλεσμα
(όπως οι φυσιολογικοί, βιομηχανικοί, ψυχολογικοί).
Η “Σύγχρονη Προπονητική στις Αναπτυξιακές Ηλικίες”, ως βασική στρατηγική της αθλητικής ανάπτυξης
και της πρόληψης τραυματισμών για όλα τα αθλήματα, σκοπεύει στην ισόρροπη αρμονική ανάπτυξη όλων
των παραμέτρων της γενικής φυσικής κατάστασης, προκειμένου ο νεαρός αθλητής, (α) να αντεπεξέλθει
με επιτυχία στις απαιτήσεις οποιουδήποτε αθλήματος, (β) να έχει μια ασφαλή κι επιτυχημένη μακρόχρονη
αθλητική σταδιοδρομία. Βασική φιλοσοφική θεώρηση και οδηγός μου, στη σύγχρονη προπονητική, αποτε-
λούσε διαχρονικά το ερώτημα: «Ποιος είναι ο λιγότερος (και όχι ο μεγαλύτερος) όγκος προπόνησης που
απαιτείται για το μέγιστο όφελος προαγωγής της αθλητικής απόδοσης?».
Για την πρόοδο και εξέλιξη της προπονητικής στις αναπτυξιακές ηλικίες είναι επιτακτική ανάγκη να υπάρξει
μια κοινή αφετηρία τεκμηριωμένης επιστημονικής γνώσης για όλους τους προπονητές. Κάθε συνάδελφος
θα βρει, στο σύγγραμμα αυτό, ένα σαφές, λογικά δομημένο λειτουργικό πλαίσιο δράσεων / ενεργειών
σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές πλεύσης για την κατάρτιση θεμελιωδών προπονητικών προγραμ-
μάτων μυϊκής ενδυνάμωσης για παιδιά προεφηβικής ηλικίας.Δίνονται τεκμηριωμένες απαντήσεις σε αρκετά
αμφισβητούμενα θέματα μέσω της σύνοψης θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων. Για παράδειγμα, μέχρι
και σήμερα ήταν εμφανείς αρκετές παρανοήσεις όσο και έντονοι προβληματισμοί, ιδιαίτερα γύρω από
το θέμα της αύξησης της μυϊκής δύναμης μέσω εξωτερικών αντιστάσεων στις ευαίσθητες αναπτυξιακές
ηλικίες. Για πολλά χρόνια παρέμενε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος το επίμαχο ερώτημα εάν θα πρέπει
παιδιά ηλικίας 12 έως 15 ετών να γυμνάζονται με βάρη. Αποτέλεσμα αυτού του συνεχιζόμενου κύματος
αμφισβήτησης (μόνο σε θεωρητικό πλαίσιο) τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερo, ήταν να εδραιωθεί
ως κυρίαρχη αντίληψη ο φόβος, η αρνητική προκατάληψη και οι ανησυχίες για την καταλληλότητα της
προπόνησης μυϊκής ενδυνάμωσης με αντιστάσεις. Oι ισχυρισμοί ότι εμποδίζει τη φυσιολογική αύξηση του
αναστήματος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, καθ΄ ότι σύμφωνα με όλα τα σύγχρονα διεθνή
ερευνητικά δεδομένα είναι αβάσιμες οι ανησυχίες / επιφυλάξεις για την ενδεχόμενη πρόκληση τραυματι-
σμών (ιδίως στις επιφύσεις των οστών) καθώς και οι φόβοι για στασιμότητα της ανάπτυξης. Eπιπρόσθετα,
νεώτερες έρευνες δίνουν πλέον άλλη προσέγγιση από αυτήν που ίσχυε έως σήμερα, αναφορικά με το
περιεχόμενο της προπόνησης για τη βελτίωση της δύναμης. Είναι πλέον αναμφισβήτητο ότι η βελτίωση
της μυϊκής δύναμης, ισχύος και της συναρμοστικής ικανότητας (Κεφ. 4) αποτελεί την “αιχμή του δόρατος”
για τη θεμελίωση ισχυρών βάσεων αθλητικής ανάπτυξης στις αναπτυξιακές ηλικίες, σύμφωνα πάντοτε με
την αρχή της “πολυπλευρικότητας”.
Το παρόν σύγγραμμα ανήκει στον κάθε ανώνυμο γυμναστή – προπονητή, με παιδαγωγικό προσανατο-
λισμό και δημιουργικές ικανότητες, που αρχικά οφείλει να εμπνεύσει και να μετουσιώσει σε πράξη την
αγάπη του μικρού παιδιού για την άθληση. Σ΄ ένα επόμενο στάδιο, μεθοδικά, πρέπει να αξιολογήσει, να
σταθμίσει και να διαγνώσει τις δυνατότητες / αθλητικές ικανότητες κάθε νεαρού αθλητή, προκειμένου να
τον κατευθύνει αργότερα στο ανάλογο άθλημα με αυξημένες πιθανότητες διάκρισης. Κάθε προπονητής
οφείλει να μοχθεί αδιάκοπα προσφέροντας τέτοια κίνητρα στα φυσιολογικά και ψυχικά αποθέματα του
νεαρού αθλητή, ώστε να διασφαλιστεί:
● η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη χρονικά αθλητική του σταδιοδρομία
● η διατήρηση του ενθουσιασμού του
● η καθημερινή πάλη να γίνεται “μαχητής” και να βελτιώνει τον εαυτό του
● η διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Πάντα τόνιζα στους μικρούς αθλητές ότι όσο πιο καλά μάθουν να έχουν υπομονή, πειθαρχία και πείσμα στις
προπονήσεις, τόσο πιο καλά θα μάθουν να αντιμετωπίζουν τις δοκιμασίες της ζωής αργότερα, όπως και τις
σπουδές τους, διεκδικώντας την αναγνώρισή τους μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Όλα αυτά απαιτούν χρόνο,
προσπάθεια, επιμονή και σωστό σχεδιασμό. Έτσι και αλλιώς ο πρωταθλητισμός και η αθλητική διαδρομή
προς τον Υψηλό Αθλητισμό και τις υψηλές επιδόσεις είναι δρόμος μακρύς, δύσκολος, ανταγωνιστικός,
γεμάτος στερήσεις και πόνο, αλλά και με αξεπέραστα συναισθήματα και συγκινήσεις που προσφέρει.
Οι αθλητές υψηλού επιπέδου προετοιμάζονται ατέλειωτες ώρες, οργανώνουν την καθημερινότητά τους,
προγραμματίζουν τα πάντα, αξιολογούν συνεχώς τον εαυτό τους και τις δυνατότητές τους, αντιπαρατίθε-
νται με τα προβλήματα, χρησιμοποιούν το μυαλό τη σκέψη και το συναίσθημα, θέτουν στόχους και μαζί
δίνουν τον αγώνα τους για να τους υπερβούν. Όλα αυτά θωρακίζουν τους πρωταθλητές με ικανότητες. Με
την πάροδο του χρόνου αυτές οι διαδικασίες έχουν μια σημαντική συμβολή στη διαμόρφωση πολύπλευρα
καλλιεργημένων προσωπικοτήτων.
Στο Κεφ. 3 ανασκοπούνται σε βάθος ειδικά θέματα εφαρμοσμένης προπονητικής, προχωρημένου επιπέδου
(advanced level).
Στο Κεφ. 5 διατυπώνονται διεξοδικά προσωπικές σκέψεις, προβληματισμοί και εκτιμήσεις, για την ερμη-
νεία, τα ειδικά χαρακτηριστικά και τον προσανατολισμό του αθλητικού ταλέντου στις αναπτυξιακές ηλικίες,
όπου κατά τη γνώμη μου θα εξακολουθούν να αποτελούν στο μέλλον ένα πεδίο συνεχιζόμενης εντατικής
επιστημονικής έρευνας.
Λόγω του γνωστικού αντικειμένου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη θεματική ενότητα της διατροφικής υποστή-
ριξης των νεαρών αθλητών στις αναπτυξιακές ηλικίες (Κεφ. 6), όπου ο αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει
έγκυρες επιστημονικά πληροφορίες κι εξειδικευμένες πρακτικές εφαρμογές στην αθλητική διατροφή.
Στο τελευταίο κεφάλαιο (Κεφ. 7), ανασκοπούνται και περιγράφονται αναλυτικά οι ιδιαιτερότητες, και η
αναγκαιότητα εξοικείωσης του καταρτισμένου προπονητή με τις νεώτερες επιστημονικές εξελίξεις για την
πρόληψη / αντιμετώπιση των πιο συχνών περιπτώσεων εφηβικής αθλητιατρικής παθολογίας.
Με δεδομένο ότι η απόκτηση της γνώσης είναι ένα αδιάκοπο, προσωπικό ταξίδι συνεχούς αναζήτησης
το περιεχόμενο του συγκεκριμένου συγγράμματος φιλοδοξεί να διεκδικήσει ένα μικρό μερίδιο σ΄ αυτή την
προσπάθεια. Επιδίωξή μου ήταν η ολοκληρωμένη πολυσυστηματική προσέγγιση, με χρήσιμες υποδείξεις
θεωρίας και πρακτικής εφαρμογής, προκειμένου να εξασφαλιστεί η πληρότητα και η σαφήνεια των περιε-
χομένων και να αποτελέσει μια αξιόπιστη, διαχρονική πηγή στέρεας γνώσης. Συνεχίστε να εκπαιδεύεστε,
να ενημερώνεστε, να προετοιμάζεστε, να φροντίζετε…, με συνέπεια και μεθοδικότητα. Με στόχευση την
αναβάθμιση του Έλληνα προπονητή και την παραγωγή αθλητικού δυναμικού. Το σπουδαιότερο όμως είναι
η οργανωμένη στοχοθεσία και προσπάθεια, γιατί καταξιώνει και νοηματοδοτεί το συνολικόεγχείρημα.
* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *
Ξεχωριστή αναφορά οφείλω στον καθηγητή μου Δρ. Σαράντη Χατζηκωνσταντίνου, ο οποίος με μύησε στο
συναρπαστικό επιστημονικό πεδίο της εφαρμοσμένης αθλητιατρικής, συνέβαλλε καθοριστικά στη διεύ-
ρυνση της επιστημονικής μου κατάρτισης και δημιούργησε ισχυρά κίνητρα στα ερευνητικά μου ενδιαφέ-
ροντα (όπου και θα παραμείνω αθεράπευτα προσηλωμένος με πάθος και ενθουσιασμό). Δεν φανταζόμουν
ποτέ το τόσο όμορφο και δημιουργικό ταξίδι στα μονοπάτια της επιστημονικής έρευνας και τη γνώση που
θα ακολουθούσε.
Αθήνα, 1 Μαΐου 2018
Ιερεμίας Ε. Σιμάτος